Δεν ήξερα ούτε τ' όνομά σου.
Ζήτησα μόνο λίγο χώρο
να κρυφτώ
να μη με βρίσκει πια άνθρωπος
-να μη θυμάμαι πια κανέναν.
Δεν σ' ένοιαζε από πού ερχόμουν ή πού πήγαινα.
Χαμογέλασες λιγάκι
-μη φανεί-
και μου χάρισες ένα σου όνειρο
-το παλιότερο και πιο αγαπημένο σου.
Και βυθίστηκα.
Χάθηκα για μια αιώνια στιγμή
εκεί όπου, για κάθε Μνήμη που πεθαίνει,
γεννιέται μια Ελπίδα
-στ' όνομά σου.
Εκεί τα ρολόγια -αντί γι' αριθμούς- είχαν χρώματα.
Θυμάσαι;
Χορεύαμε σε μια γνώριμη μελωδία
Και γιορτάζαμε κάθε μέρα
τη ζωή και τ' όνομά σου.
Υποσχέθηκα να σου γράψω κάποτε δυο στιχάκια.
Χαμογέλασες λιγάκι
-μη φανεί-
και μου ζήτησες να σε κρατήσω χωρίς όνομα
-να μη σε αναγνωρίσει άνθρωπος.
Κι όταν έφυγα, ήταν πρωί και σίγουρα άνοιξη.
Το βλέμμα σου καθρέφτιζε τον ήλιο
κι είπα ότι δεν θα δακρύσω
-ούτε στα κρυφά-
γιατί την άνοιξη μόνο χαμογελάμε.
Και, ξέρεις, εγώ τηρώ το λόγο μου.
Σχεδόν πάντα.
.
Ζήτησα μόνο λίγο χώρο
να κρυφτώ
να μη με βρίσκει πια άνθρωπος
-να μη θυμάμαι πια κανέναν.
Δεν σ' ένοιαζε από πού ερχόμουν ή πού πήγαινα.
Χαμογέλασες λιγάκι
-μη φανεί-
και μου χάρισες ένα σου όνειρο
-το παλιότερο και πιο αγαπημένο σου.
Και βυθίστηκα.
Χάθηκα για μια αιώνια στιγμή
εκεί όπου, για κάθε Μνήμη που πεθαίνει,
γεννιέται μια Ελπίδα
-στ' όνομά σου.
Εκεί τα ρολόγια -αντί γι' αριθμούς- είχαν χρώματα.
Θυμάσαι;
Χορεύαμε σε μια γνώριμη μελωδία
Και γιορτάζαμε κάθε μέρα
τη ζωή και τ' όνομά σου.
Υποσχέθηκα να σου γράψω κάποτε δυο στιχάκια.
Χαμογέλασες λιγάκι
-μη φανεί-
και μου ζήτησες να σε κρατήσω χωρίς όνομα
-να μη σε αναγνωρίσει άνθρωπος.
Κι όταν έφυγα, ήταν πρωί και σίγουρα άνοιξη.
Το βλέμμα σου καθρέφτιζε τον ήλιο
κι είπα ότι δεν θα δακρύσω
-ούτε στα κρυφά-
γιατί την άνοιξη μόνο χαμογελάμε.
Και, ξέρεις, εγώ τηρώ το λόγο μου.
Σχεδόν πάντα.
.