Άτιμο πράγμα αυτή η Έμπνευση. Όταν τη χρειάζεσαι περισσότερο από ποτέ, σ' εγκαταλείπει και σε αφήνει ν' αναρωτιέσαι πώς να ξεσπάσεις και να εκτονωθείς.
Γιατί εγώ, έτσι εκτονώνομαι όταν είμαι σε ένταση -γράφοντας. Κάποτε, όμως, οι γραμμές δε λένε να γεμίσουν και το χαρτί παραμένει απελπιστικά λευκό, ήτοι απελπιστικά κενό.
Τη φωνάζω και την επικαλούμαι, μα δεν έρχεται. Μάλλον η Έμπνευση με προτιμά ήρεμη και χαμογελαστή -στη θλίψη δε με συντροφεύει. Τότε είναι που την έχω ανάγκη, όμως. Είναι, φαίνεται, πολύ δειλή η Έμπνευση.
Χωρίς αυτήν, η γραφή μου δεν έχει συνοχή, δεν έχει νόημα, ούτε καν κάποιο περιεχόμενο. Ξέρω πως αν ήσουν δίπλα μου, δε θα σε πείραζε αυτό. Ξέρω πως, μαζί σου, δε σκεφτόμουν τι θα πω ή πώς θα το πω. Μαζί σου δεν είχα ανάγκη την Έμπνευση. Ήσουν από μόνη σου έμπνευση -όχι για να γράφω, αλλά για να ζω.
Είναι λίγο, είναι πολύ λίγο να σου αφιερώσω λίγες μάταιες γραμμές. Δε με φοβίζει όμως αυτό, ούτε με ανησυχεί. Γιατί σε αγάπησα όσο με αγάπησες, σε αγαπώ και θα σε αγαπώ όσο ζω. Το ήξερες -πόσο με ηρεμεί ότι το ήξερες! Και το πιστεύω πως κάπου, εκεί πάνω, υπάρχεις και εξακολουθείς να το ξέρεις.
Μη λυπάσαι για τη λύπη μου -την προκαλεί η νοσταλγία και το ότι μου λείπεις ήδη αφόρητα. Σταδιακά, όμως, ο χρόνος θα μεταμορφώσει το ασχημόπαπο του πόνου στον κύκνο των αναμνήσεων και της δημιουργίας. Όσο βρίσκεσαι στην καρδιά και το μυαλό μου, θα βρίσκεσαι και στη ζωή -και, πίστεψέ με, θα σε κρατήσω εδώ για πάντα. Κι έχεις τη μορφή που σου αξίζει -την εξιδανικευμένη. Έχεις αφήσει ένα κομμάτι σου μέσα μου -κι έχεις πάρει ένα δικό μου μαζί σου.
Αν, από τις αμέτρητες ευχές που μου έχεις δώσει, πραγματοποιηθούν έστω οι μισές, θα είμαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου -μια ευτυχία, για την οποία έχεις μεριμνήσει σε μεγάλο βαθμό, τα τελευταία δεκαεννιά χρόνια.
Σε κάθε χαμόγελο, σε κάθε σκίρτημα της καρδιάς, σε κάθε όμορφη μέρα, θα είσαι μαζί μου. Θα είσαι εδώ.
Να προσέχεις εκεί πάνω...
Γιατί εγώ, έτσι εκτονώνομαι όταν είμαι σε ένταση -γράφοντας. Κάποτε, όμως, οι γραμμές δε λένε να γεμίσουν και το χαρτί παραμένει απελπιστικά λευκό, ήτοι απελπιστικά κενό.
Τη φωνάζω και την επικαλούμαι, μα δεν έρχεται. Μάλλον η Έμπνευση με προτιμά ήρεμη και χαμογελαστή -στη θλίψη δε με συντροφεύει. Τότε είναι που την έχω ανάγκη, όμως. Είναι, φαίνεται, πολύ δειλή η Έμπνευση.
Χωρίς αυτήν, η γραφή μου δεν έχει συνοχή, δεν έχει νόημα, ούτε καν κάποιο περιεχόμενο. Ξέρω πως αν ήσουν δίπλα μου, δε θα σε πείραζε αυτό. Ξέρω πως, μαζί σου, δε σκεφτόμουν τι θα πω ή πώς θα το πω. Μαζί σου δεν είχα ανάγκη την Έμπνευση. Ήσουν από μόνη σου έμπνευση -όχι για να γράφω, αλλά για να ζω.
Είναι λίγο, είναι πολύ λίγο να σου αφιερώσω λίγες μάταιες γραμμές. Δε με φοβίζει όμως αυτό, ούτε με ανησυχεί. Γιατί σε αγάπησα όσο με αγάπησες, σε αγαπώ και θα σε αγαπώ όσο ζω. Το ήξερες -πόσο με ηρεμεί ότι το ήξερες! Και το πιστεύω πως κάπου, εκεί πάνω, υπάρχεις και εξακολουθείς να το ξέρεις.
Μη λυπάσαι για τη λύπη μου -την προκαλεί η νοσταλγία και το ότι μου λείπεις ήδη αφόρητα. Σταδιακά, όμως, ο χρόνος θα μεταμορφώσει το ασχημόπαπο του πόνου στον κύκνο των αναμνήσεων και της δημιουργίας. Όσο βρίσκεσαι στην καρδιά και το μυαλό μου, θα βρίσκεσαι και στη ζωή -και, πίστεψέ με, θα σε κρατήσω εδώ για πάντα. Κι έχεις τη μορφή που σου αξίζει -την εξιδανικευμένη. Έχεις αφήσει ένα κομμάτι σου μέσα μου -κι έχεις πάρει ένα δικό μου μαζί σου.
Αν, από τις αμέτρητες ευχές που μου έχεις δώσει, πραγματοποιηθούν έστω οι μισές, θα είμαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου -μια ευτυχία, για την οποία έχεις μεριμνήσει σε μεγάλο βαθμό, τα τελευταία δεκαεννιά χρόνια.
Σε κάθε χαμόγελο, σε κάθε σκίρτημα της καρδιάς, σε κάθε όμορφη μέρα, θα είσαι μαζί μου. Θα είσαι εδώ.
Να προσέχεις εκεί πάνω...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου