Ανέκαθεν αγαπούσα τα γενέθλιά μου. Είναι ίσως η πιο αγαπημένη μου μέρα του χρόνου. Πάντα τα γιορτάζω και πάντα φροντίζω μετά τη γιορτή να κάνω έναν απολογισμό του χρόνου που άφησα να πάρει μαζί η φλόγα των κεριών που έσβησα. Το εικοστό πρώτο κερί. Άλλαξαν πολλά. Άνθρωποι ήρθαν, άλλοι έφυγαν και κάποιοι έμειναν σταθεροί να μου θυμίζουν την αρμονία του κόσμου γύρω μου -δεν χρειάστηκε καν να είναι δίπλα μου με το σώμα τους, γιατί μου έφτανε που ήταν κοντά μου η ψυχή τους.
Θυμάμαι, Σωτηρία, που έτρεχαν τα μάτια μου κι εσύ με το ένα χέρι έσφιγγες το δικό μου, σαν να ήθελες να μου αποδείξεις ότι έχω ακόμα παλμό και με το άλλο σκούπιζες τα δάκρυά μου. Πίσω από τις κουβέντες μας, ένα τραγούδι των Cardigans ν'ακούγεται αχνά και ξέπνοα, να το καλύπτουν τα λόγια σου και τ'αναφιλητά μου, μα εκείνο να προσπαθεί με την αδύναμη φωνή του ν'αποδείξει πως η ζωή αντιγράφει την τέχνη κι η τέχνη τη ζωή. Πως εκείνος ο στίχος γράφτηκε για μας, για εκείνο το Σάββατο του Οκτώβρη, που ήταν σαν να με ήξερες χρόνια.
Όλγα, μιλάμε ξανά και ξανά μ'ένα στίχο. I will love you till the end of time. I would wait a million years. Promise you'll remember that you're mine -baby, can you see through the tears..? Οι γάτες μας, το γέλιο που βγαίνει απ'την καρδιά, ώσπου να μην έχουμε ανάσα, οι στιγμές που θέλουμε να τους αφήσουμε όλους και όλα και να φύγουμε μακριά.
Άνθια, το χαμόγελό σου. Πρόσεχε το χαμόγελό σου -να μην το σβήνει κανείς. Κρύψ'το στο τετράδιο που γράφεις συναισθήματα που μοιάζουν με τα δικά μου, σε μια συμπαντική στιγμή, σε μια αγκαλιά. Φύλαξέ το. Γιατί νιώθω τυχερή κάθε φορά που το στρέφεις προς το μέρος μου.
Ντέπυ, θέλω να δούμε το Frankie &Johnny, που μου έκανε δώρο η Δήμητρα, μαζί της, μήπως νιώσω ότι η ελπίδα κουράστηκε μακριά μου και θέλει να με ξαναβρεί.
Σάρα, ερωτεύτηκα. Αφού έσβησα τα είκοσι κεριά και πριν σβήσω τα εικοσιένα. Προσπαθώ να ακούσω τη συμβουλή της Νεφέλης, "να γεμίζω τα κουτιά της ζωής με αναμνήσεις μοναδικές και τα ρολόγια να μετρούν όμορφες στιγμές", μα ο κόσμος είναι τόσο μεγάλος κι εγώ τόσο μικρή και κάπου-κάπου θέλω να ξεσπάσω, να χαμηλώσω την ένταση της μουσικής και να πω: "Ξέρεις, μου κατέστρεψες το συγκρότημα που αγαπώ -γιατί το συνδέω με τη μορφή σου. Χάλασες το αγαπημένο μου χρώμα και πια μου φέρνει στο νου τα μάτια σου" μα τελικά σωπαίνω και η σιωπή μου δεν είναι χρυσός, είναι σκουριασμένη και ταλαιπωρημένη απ'το χρόνο κι έτσι κοιτάω απ'το παράθυρο το φεγγάρι και προσπαθώ να μη συγκινηθώ που μου ξανάρχεται στο νου το γράμμα σου.
Αριόλα, θέλω να γράψω τη φράση που στρίμωξες στο περιθώριο της κάρτας σου, μα φοβάμαι μη μου ξαναθολώσουν τα μάτια. Σ'αγαπώ.
Θα έρθουν κι άλλες στιγμές αυτή τη χρονιά. Όμορφες κι άσχημες. Μουντές και πολύχρωμες -ίσως και κάποιες με το χρώμα τ'ουρανού. Θα πέφτω, θα ξανασηκώνομαι και πάντα θα γεννιέται ένα χαμόγελο -έστω αδύναμο κι αβοήθητο- κάθε φορά που θα συνειδητοποιώ ότι είστε εδώ. ΄
Και του χρόνου.